κολοκύθας

κολοκύθας
ο
άνθρωπος άμυαλος, ελαφρόμυαλος, που σαν να έχει το κεφάλι του άδειο, όπως η κολοκύθα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κολοκύθας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 130 μ., 129 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 39 χλμ. Β του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αμαλιάδος. * * * ο [κολοκύθα] ελαφρόμυαλος, ανόητος …   Dictionary of Greek

  • Spinalonga-Halbinsel — / Kolokytha Halbinsel (Χερσόνησος Σπιναλόγκας / Χερσόνησος Κολοκύθας) Halbinsel Spinalonga (links) mit Kalydon Gewässer 1 Golf von Mirabello …   Deutsch Wikipedia

  • Yórgos Kolokythás — Yórgos Kolokythás …   Wikipédia en Français

  • Amaliada — Gemeinde Amaliada (1924–2010) Δήμος Αμαλιάδας (Αμαλιάδα) …   Deutsch Wikipedia

  • Kendro — Gemeinde Amaliada Δήμος Αμαλιάδας (Αμαλιάδα) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • Georgios Kolokithas — Spielerinformationen Geburtstag …   Deutsch Wikipedia

  • κέρλινγκ — (curling). Χειμερινό άθλημα, που παίζεται πάνω στον πάγο. Η πατρότητά του διεκδικείται από τη Σκοτία και τη Βαυαρία. Στη Βαυαρία ήταν γνωστό από το 1520 και έχαιρε τέτοιας εκτίμησης ώστε το εξυμνούσαν οι ποιητές και το συνιστούσαν οι κληρικοί.… …   Dictionary of Greek

  • πρόχους — Αγγείο που το χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι για να πλένουν τα χέρια των φιλοξενουμένων. Αναφέρεται αρχικά από τον Όμηρο, σε θηλυκό γένος και το έφερνε η υπηρέτρια επάνω σε ασημένιο λέβητα για να πλύνει τα χέρια των φιλοξενουμένων. Οι π. ήταν πότε… …   Dictionary of Greek

  • κολοκυθοκέφαλος — η, ο που έχει το κεφάλι του άδειο (από μυαλό), άμυαλος, κολοκύθας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”